ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ
[3.70.1] Οἱ
γὰρ Κερκυραῖοι ἐστασίαζον,
ἐπειδὴ οἱ
αἰχμάλωτοι ἦλθον
αὐτοῖς
οἱ
ἐκ τῶν περὶ
Ἐπίδαμνον
ναυμαχιῶν ὑπὸ
Κορινθίων ἀφεθέντες,
τῷ
μὲν λόγῳ
ὀκτακοσίων ταλάντων
τοῖς προξένοις διηγγυημένοι,
ἔργῳ δὲ
πεπεισμένοι Κορινθίοις
Κέρκυραν προσποιῆσαι.
καὶ
ἔπρασσον οὗτοι, ἕκαστον
τῶν
πολιτῶν μετιόντες, ὅπως ἀποστήσωσιν Ἀθηναίων τὴν πόλιν.
[3.70.2] καὶ
ἀφικομένης Ἀττικῆς
τε νεὼς καὶ Κορινθίας
πρέσβεις ἀγουσῶν
καὶ
ἐς λόγους καταστάντων
ἐψηφίσαντο
Κερκυραῖοι Ἀθηναίοις
μὲν ξύμμαχοι εἶναι
κατὰ τὰ ξυγκείμενα,
Πελοποννησίοις δὲ φίλοι ὥσπερ καὶ πρότερον.
[3.70.3] καὶ
(ἦν γὰρ Πειθίας
ἐθελοπρόξενός
τε τῶν Ἀθηναίων
καὶ τοῦ δήμου
προειστήκει) ὑπάγουσιν
αὐτὸν οὗτοι
οἱ ἄνδρες ἐς
δίκην, λέ-
γοντες Ἀθηναίοις τὴν Κέρκυραν καταδουλοῦν.
[3.70.4] ὁ
δὲ ἀποφυγὼν
ἀνθυπάγει αὐτῶν τοὺς πλουσιωτάτους πέντε ἄνδρας,
φάσκων
τέμνειν χάρακας ἐκ τοῦ τε Διὸς τοῦ τεμένους καὶ τοῦ Ἀλκίνου·
ζημία δὲ καθ’ ἑκάστην χάρακα ἐπέκειτο στατήρ.
[3.70.5] ὀφλόντων
δὲ αὐτῶν
καὶ πρὸς τὰ
ἱερὰ
ἱκετῶν καθεζομένων
διὰ πλῆθος τῆς ζημίας,
ὅπως
ταξάμενοι ἀποδῶσιν,
ὁ Πειθίας
(ἐτύγχανε γὰρ καὶ βουλῆς ὤν)
πείθει
ὥστε τῷ νόμῳ
χρήσασθαι.
[3.70.6] οἱ
δ’ ἐπειδὴ τῷ
τε νόμῳ ἐξείργοντο
καὶ
ἅμα ἐπυνθάνοντο
τὸν Πειθίαν, ἕως
ἔτι βουλῆς ἐστί,
μέλλειν τὸ πλῆθος
ἀναπείσειν τοὺς
αὐτοὺς Ἀθηναίοις
φίλους τε καὶ ἐχθροὺς
νομίζειν,
ξυνίσταντό
τε καὶ λαβόντες ἐγχειρίδια
ἐξαπιναίως ἐς τὴν βουλὴν ἐσελθόντες τόν τε Πειθίαν κτείνουσι καὶ ἄλλους τῶν τε βουλευτῶν καὶ ἰδιωτῶν ἐς ἑξήκοντα·
οἱ δέ
τινες τῆς αὐτῆς
γνώμης τῷ Πειθίᾳ
ὀλίγοι ἐς
τὴν Ἀττικὴν
τριήρη κατέφυγον ἔτι
παροῦσαν.
[3.71.1] δράσαντες δὲ τοῦτο
καὶ ξυγκαλέσαντες Κερκυραίους
εἶπον ὅτι ταῦτα καὶ βέλτιστα εἴη
καὶ
ἥκιστ’ ἂν δουλωθεῖεν
ὑπ’ Ἀθηναίων,
τό
τε λοιπὸν μηδετέρους δέχεσθαι
ἀλλ’
ἢ μιᾷ νηὶ
ἡσυχάζοντας,
τὸ
δὲ πλέον πολέμιον
ἡγεῖσθαι.
ὡς δὲ εἶπον, καὶ ἐπικυρῶσαι ἠνάγκασαν τὴν γνώμην. [3.71.2] πέμπουσι δὲ καὶ ἐς τὰς Ἀθήνας εὐθὺς πρέσβεις
περί
τε τῶν πεπραγμένων διδάξοντας
ὡς
ξυνέφερε
καὶ
τοὺς ἐκεῖ
καταπεφευγότας πείσοντας μηδὲν
ἀνεπιτήδειον πράσσειν,
ὅπως μή τις ἐπιστροφὴ
γένηται.
[3.72.1]
ἐλθόντων δὲ
οἱ Ἀθηναῖοι
τούς τε πρέσβεις ὡς
νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες, καὶ
ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο
ἐς Αἴγιναν.
[3.72.2] Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Κερκυραίων οἱ ἔχοντες τὰ πράγματα ἐλθούσης τριήρους Κορινθίας καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεων ἐπιτίθενται τῷ δήμῳ, καὶ μαχόμενοι ἐνίκησαν. [3.72.3] ἀφικομένης δὲ νυκτὸς ὁ μὲν δῆμος ἐς τὴν ἀκρόπολιν καὶ τὰ μετέωρα τῆς πόλεως καταφεύγει
καὶ αὐτοῦ
ξυλλεγεὶς ἱδρύθη,
καὶ τὸν
Ὑλλαϊκὸν λιμένα εἶχον·
οἱ δὲ
τήν τε ἀγορὰν
κατέλαβον,
οὗπερ οἱ πολλοὶ ᾤκουν αὐτῶν,
καὶ τὸν
λιμένα τὸν πρὸς
αὐτῇ καὶ
πρὸς τὴν ἤπειρον.
[3.73.1] τῇ δ’ ὑστεραίᾳ ἠκροβολίσαντό τε ὀλίγα
καὶ ἐς
τοὺς ἀγροὺς
περιέπεμπον ἀμφότεροι,
τοὺς δούλους
παρακαλοῦντές τε καὶ
ἐλευθερίαν ὑπισχνούμενοι·
καὶ τῷ μὲν δήμῳ τῶν οἰκετῶν τὸ πλῆθος παρεγένετο ξύμμαχον, τοῖς δ’ ἑτέροις ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπίκουροι ὀκτακόσιοι. |
ΘΟΥΚ 3.70.–73
[3.70.1] Οι Κερκυραίοι βρίσκονταν σε
εμφύλια διαμάχη από τότε που γύρισαν ανάμεσά τους
οι αιχμάλωτοι από τις ναυμαχίες γύρω
στην Επίδαμνο αφού ελευθερώθηκαν από τους Κορινθίους,
φαινομενικά (είχαν ελευθερωθεί)
επειδή οι πρόξενοι είχαν εγγυηθεί γι' αυτούς με οχτακόσια τάλαντα,
στην πραγματικότητα όμως επειδή τους
είχαν πείσει οι Κορίνθιοι να φέρουν την Κέρκυρα με το μέρος τους,
κι αυτοί ραδιουργούσαν, πιάνοντας
τον κάθε πολίτη χωριστά, για να κάνουν την πόλη να αποστατήσει από τους
Αθηναίους.
[3.70.2] Έφτασε τότε ένα Αττικό
καράβι και ένα Κορινθιακό, φέρνοντας πρεσβείες,
και αφού ήρθαν σε διαπραγματεύσεις
ψήφισαν οι Κερκυραίοι να μείνουνε
σύμμαχοι των Αθηναίων σύμφωνα με την ισχύουσα συνθήκη, και με τους
Πελοποννησίους να γίνουνε φίλοι, όπως και στο παρελθόν.
[3.70.3] και τον
Πειθία, εθελοντή πρόξενο των Αθηναίων και αρχηγό του δημοκρατικού κόμματος, αυτοί οι άνδρες (οι Κερκυραίοι ολιγαρχικοί
που επέστρέψαν από την Κόρινθο) τον σύρουν στο δικαστήριο, λέγοντας ότι
προσπαθεί να υποδουλώσει την Κέρκυρα στους Αθηναίους.
[3.70.4] Αυτός, αφού αθωώθηκε, έκανε
αντιμήνυση στους πέντε πιο πλούσιους απ' αυτούς, κατηγορώντας τους
πως είχαν
κόψει κληματόβεργες από τα ιερά τεμένη του Δία και του
Αλκίνοου· πρόστιμο για κάθε βέργα ήταν κατά το νόμο ένας στατήρας.
[3.70.5] Κι όταν αυτοί καταδικάστηκαν στο πρόστιμο και εξ αιτίας της βαριάς χρηματικής ποινής κάθησαν ικέτες στα ιερά,
για να πληρώσουν
το πρόστιμο ύστερα από συμφωνία (με
δόσεις),
ο Πειθίας, (γιατί τύχαινε να είναι και μέλος τη βουλής) πείθει τη
Βουλή να εφαρμόσουν το νόμο κατά γράμμα.
[3.70.6] Αυτοί (οι 5 δικασμένοι)
όμως, επειδή ο νόμος απέκλειε την
αποδοχή του αιτήματός τους,
και συγχρόνως
έμαθαν πως όσο ήταν βουλευτής ο Πειθίας σχεδίαζε να μεταπείσει το λαό
να έχουν τους ίδιους φίλους και εχθρούς με τους Αθηναίους,
συνωμότησαν, και κρατώντας μαχαίρια,
μπαίνουν ξαφνικά μέσα στη βουλή και σκοτώνουν τον Πειθία κι άλλους βουλευτές
και ιδιώτες εξήντα τον αριθμό.
Μερικοί, όχι πολλοί, που ήταν
ομοϊδεάτες με τον Πειθία, κατέφυγαν στο Αττικό πολεμικό πλοίο, που ήταν ακόμα
εκεί.
[3.71.1] Αφού το έκαναν αυτό, (τους
φόνους)και συγκάλεσαν τους Κερκυραίους (σε
συνέλευση),
είπαν πως αυτό ήταν το καλύτερο, και πως δεν θα υποδουλωνόταν με κανένα τρόπο πια από τους Αθηναίους,
και στο εξής να μείνουν ουδέτεροι και
να μη δέχονται κανέναν από τους δυο, παρά αν έρχονται με ένα μόνο πλοίο ,
μεγαλύτερη όμως δύναμη να τη θεωρούν
εχθρική.
Και, αφού μίλησαν, ανάγκασαν το λαό να επικυρώσει την πρόταση.
[3.71.2]Και αμέσως στέλνουν πρέσβεις και στην Αθήνα
και για να τους εξηγήσουν σχετικά με
όσα είχανε γίνει πως ήτανε για το
συμφέρον τους,
και για να πείσουν τους Κερκυραίους που
είχαν καταφύγει εκεί να μην κάνουν καμία εχθρική ενέργεια για να μην υπάρξει
καμιά αντεκδίκηση.
[3.72.1] Όταν όμως έφτασαν (οι
πρέσβεις), οι Αθηναίοι τους θεώρησαν ως υποκινητές επανάστασης και, αφού τους συνέλαβαν, μαζί με όσους είχαν πειστεί
στα λόγια τους, τούς συγκέντρωσαν για ασφάλεια στην Αίγινα.
[3.72.2] Στο μεταξύ οι ολιγαρχικοί
που είχαν τώρα στα χέρια τους την κατάσταση στην Κέρκυρα,
όταν έφτασε ένα κορινθιακό πολεμικό πλοίο και Λακεδαιμόνιοι πρέσβεις, επιτέθηκαν στους
δημοκρατικούς και τους νίκησαν στη μάχη που έγινε.
[3.72.3] Όταν όμως ενύχτωσε, οι δημοκρατικοί κατέφυγαν στην ακρόπολη και στα ψηλά και οχυρά μέρη της πόλης,
κι αφού μαζεύτηκαν, εγκαταστάθηκαν
εκεί· είχαν στα χέρια τους και το Υλλαϊκό λιμάνι.
Οι άλλοι πάλι (οι ολιγαρχικοί) έπιασαν
την αγορά, όπου έμεναν οι περισσότεροι από αυτούς
και το λιμάνι κοντά σε αυτήν και την (απέναντι) στεριά.
[3.73.1]Την επόμενη μέρα έκαναν μερικές μικροοεπιθέσεις και έστελναν και οι δυο αντίπαλοι ανθρώπους στα χωράφια εδώ κι εκεί
προσκαλώντας τους δούλους με την υπόσχεση
να τους ελευθερώσουν·
ο μεγαλύτερος αριθμός των δούλων
πήγαν σύμμαχοι με τους δημοκρατικούς,
ενώ στους άλλους ήρθανε μισθοφόροι
από την απέναντι στεριά, οχτακόσιοι.
|
"Με τη δύναμη της βούλησης ο άνθρωπος αλλάζει τον εαυτό του. Με τη δύναμη της αγάπης αλλάζει τους άλλους. Με τη δύναμη της σκέψης αλλάζει τον κόσμο." R. Tagore
Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014
Θουκυδίδης 3. 70 -73
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου