Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

8 του Μάρτη

ημέρα αφιερωμένη  στις γυναίκες, στον αγώνα τους, στην προσφορά τους!
Γυναίκα (χαρακτικό της Βάσως Κατράκη)
Μέρα της γυναίκας σήμερα και ποια να πρωτοδιαλέξω σε ένα ιστολόγιο που απευθύνεται κυρίως  στους μαθητές και τις μαθήτριές μου. Διάλεξα την Βάσω Κατράκη (1914-1988), χαράκτρια με σπουδαίο έργο που τιμήθηκε  με τα ανώτερα διεθνή βραβεία.

 Ιδού πώς αφηγείται η ίδια την ζωή της στο αυτοβιογραφικό της σημείωμα.  
Αυτοβιογραφικό σημείωμα
 Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου.
Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που το συνδέουνε με τη στεριά δυο μακριά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξωτές καμάρες. Το σπίτι μας ήτανε σχεδόν όλο μέσα στη θάλασσα και στη γειτονιά καθότανε όλο ψαράδες. Ένα ξυπόλυτο μελισσολόι τριγύριζε ολοήμερα, με τις γυναίκες τους συνέχεια γκαστρωμένες και τα παιδιά , μπακανιασμένα από την ελονοσία.
Ο πατέρας μου λεγότανε Γιώργης Λεονάρδος κι ήτανε κτηματίας, μα περισσότερο τραγουδούσε κι έψελνε στην εκκλησία με μια σπάνια ωραία, ζεστή φωνή. Όταν τραγουδούσε μαζευότανε κόσμος και κοσμάκης σπίτι μας για να τον ακούσει.
Η μανούλα μου ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι.
 Τα δυο μου αδέρφια, ήτανε μεγαλύτερα από μας τα κορίτσια. Ο μεγάλος, φοιτητής τότε της φιλολογίας μας έφερνε από την Αθήνα ένα μαγικό για μας κόσμο. Παλιά βιβλία με χρωματιστές χαλκογραφίες και ξυλογραφίες, χρωματιστές εικόνες και χαλκομανίες, μπογιές και πινέλα και δεν άφηνε παλιατζίδικο της Αθήνας αγύριστο. Ο μικρότερος, ό,τι έβλεπε το μάτι του τόκαναν τα χέρια του, και μαζί με όλα, ζωγραφίζανε κιόλας και οι δυό τους.
Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η έξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεργιά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία πούχε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ ή ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.
Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινότανε τόσο απίστευτα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου. Ό, τι έβλεπα, έλεγα:
- Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω.
- Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία.
Δεν ήξερα ακόμα ότι, άλλο πράμα είναι η Τέχνη.
Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος;
Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλό στο μυαλό μου νύχτα και μέρα.
Μα, χίλιες δυο αναποδιές ξεφυτρώσανε, και ξαφνικά, ο πατέρας μου αρρώστησε βαριά κι έπεσε πολύ πίκρα και θλίψη στο σπίτι μας, πού κράτησε εφτά ολόκληρα χρόνια.
Και κάποια μέρα, αφού πέθανε ο πατέρας μου, ξεκίνησα για την Αθήνα μην ξέροντας ακριβώς τι θα κάνω.
Πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών, κι έμαθα πώς σε λίγες μέρες θ’ αρχίζανε οι εξετάσεις. Αμέσως έτρεξα και γράφτηκα στη Σχολή. Έδωσα εξετάσεις.
Στη Σχολή Καλών Τεχνών είχα Καθηγητές τον Παρθένη στη Ζωγραφική και τον Κεφαλληνό στη Χαρακτική. Πήρα το Δίπλωμα της Σχολής το 1940 με μια τρίμηνη υποτροφία στη Ζωγραφική για τα νησιά και ένα βραβείο και δυό επαίνους στη Χαρακτική. Μετά αμέσως πόλεμος, κατοχή, πείνα, αντίσταση, και μετά πάλι εμφύλιος πόλεμος, πάλι σκοτωμοί άδικοι κι ακατονόμαστοι, εξορίες, φυλακές, όλα τα δεινά της Πατρίδας περάσανε από της δικής μου γενιάς τις πλάτες.
Έκανα πολλά ταξίδια σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, είδα πολλά Μουσεία και Πινακοθήκες.
Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση.


Πηγή; http://www.vassokatraki.gr/

Μιλώντας η ίδια  για το έργο της, εξηγεί:
«Δε θέλω παρά να εκφράσω την αγάπη και τον ενθουσιασμό μου προς της ζωή. Κάθε στιγμή που μου ανήκει δεν θα ήθελα να είναι παρά ένας χαιρετισμός προς αυτήν. Να εκφράσω την αγάπη μου προς τον άνθρωπο και τη δικιά του ζωή, με τις χαρές, τα βάσανα και το μόχθο της. Προσπαθώ να εκφραστώ με τον πιο σαφή τρόπο. Αυτό το κάνω γιατί έτσι νιώθω. Με ενδιαφέρει να ‘ρθω σε όσο γίνεται πληρέστερη επικοινωνία με τους ανθρώπους, να μιλήσω με τη γλώσσα τους.  Αυτό είναι η πιο μεγάλη καταξίωση ενός καλλιτέχνη. Δε διαλέγω ορισμένα θέματα, μα βιώματα. Και αυτά μπορεί να έρχονται είτε από τη χώρα που ζεις είτε απ ’έξω, φτάνει να είναι ανθρώπινα.» 
Το κείμενο προέρχεται από: ekfrasi-art.gr/

Σε ανάλογο τόνο και το ποίημα που μας αφιερώνω για τη μέρα. ένα αγαπημένο ποίημα στο οποίο η γυναικεία ψυχή αποτυπώνεται από την αντρική πένα με τρόπο που ο διαχωρισμός καταργείται, γιατί από τους προσδιορισμούς του φύλου προκρίνεται ο προσδιορισμός του είδους: ο διαχωρισμός γυναικείο-αντρικό εδώ νικιέται - νικητής το ανθρώπινο.  
 Μίλτος Σαχτούρης, Ὀρυχεῖο

Σοῦ γράφω γεμάτη τρόμο μέσα ἀπὸ μιὰ στοὰ

νυχτερινὴ
φωτισμένη ἀπὸ μίαν ἐλάχιστη λάμπα σὰ δαχτυλίθρα
ἕνα βαγόνι περνάει ἀπὸ πάνω μου προσεχτικὰ
ψάχνει τὶς ἀποστάσεις του μὴ μὲ χτυπήσει
ἐγὼ πάλι ἄλλοτε κάνω πῶς κοιμᾶμαι ἄλλοτε
πῶς μαντάρω ἕνα ζευγάρι κάλτσες παλιὲς
γιατί ἔχουν ὅλα γύρω μου παράξενα παλιώσει

Στὸ σπίτι

χτὲς
καθὼς ἄνοιξα τὴ ντουλάπα ἔσβησε γίνηκε
σκόνη μ᾿ ὅλα τὰ ροῦχα της μαζὶ
τὰ πιάτα σπάζουν μόλις κανεὶς τ᾿ ἀγγίξει
φοβᾶμαι κι ἔχω κρύψει τὰ πηρούνια καὶ τὰ
μαχαίρια
τὰ μαλλιά μου ἔχουν γίνει κάτι σὰ στουπὶ
τὸ στόμα μου ἄσπρισε καὶ μὲ πονάει
τὰ χέρια μου εἶναι πέτρινα
τὰ πόδια μου εἶναι ξύλινα
μὲ τριγυρίζουν κλαίγοντας τρία μικρὰ παιδιὰ
δὲν ξέρω πῶς γίνηκε καὶ μὲ φωνάζουν μ ά ν α

Θέλησα νὰ σοῦ γράψω γιὰ τὶς παλιές μας τὶς χαρὲς

ὅμως ἔχω ξεχάσει νὰ γράφω γιὰ πράγματα
χαρούμενα

Νὰ μὲ θυμᾶσαι




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου